προσῆψε

προσῆψε
προσάπτω
fasten to
aor ind act 3rd sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ολιγογονία — ὀλιγογονία, ἡ (Α) [ολιγόγονος] (για ζώα) η γέννηση κάθε φορά λίγων μόνον τέκνων («τοῑς μὲν ὀλιγογονίαν προσῆψε, τοῑς δ ἀναλισκομένοις ὑπὸ τούτων πολυγονίαν», Πλάτ.) …   Dictionary of Greek

  • πολυγονία — η, ΝΜΑ [πολύγονος] 1. μεγάλη γονιμότητα 2. πολυτοκία («τοῖς μὲν ὀλιγογονίαν προσῆψε τοῖς δ ἀναλισκομένοις ὑπὸ τούτων πολυγονίαν», Πλάτ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”